πλασμοκίνη

πλασμοκίνη
η, Ν
χημ. δικυκλική αζωτούχος οργανική ένωση, παράγωγο τής κινολεΐνης, που χρησιμοποιήθηκε στη θεραπευτική κατά τής ελονοσίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. plasmoquine < πλάσμα + quinine «κινίνη»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”